Ένα φως που θερμαίνει και λάμπει γλυκά.
Μια ζεστή αγκαλιά ατέλειωτη, μητέρας.
Άγγελος να ήταν, καλοσυνάτης στοργής.
Έρημα παιδάκια, πολέμου απομεινάρια,
μωρά χωρίς ένα χάδι, νήπια μόνα στο βοριά.
Τεντώνεται τόσο η αγάπη; Φτάνει η καρδιά;
Φως γλυκό η πεθυμιά, άρωμα μεθυστικό.
Αχ, παιδάκια, πόσα παιδάκια, πόσα πολλά…
Να μαζέψει απ’ τα χαλάσματα της τρέλας.
Αχ, αυτή η αγκαλιά… Υπάρχει; Γιατί…
Τα παιδιά υπάρχουν… και περιμένουν…
………………………………………..
Αχ, και να ’μουν το φως που δεν καίει,
Αχ, και να ’χα αγκαλιά δίχως τέλος!
Τα μωρά και τα νήπια, τα θηλάζοντα βρέφη,
να κοιμούνταν στο στήθος μου ασφαλή!
Τα παιδιά τα μεγάλα να τα έκρυβα μες στις πτυχές,
να μην τα ’βρισκε φόβος κανένας κοντά μου!
Ούτε εχθρός δολερός ούτε άδικη θλίψη.
Με τον πόνο θα μείνω! Με μια άδεια καρδιά…
Θα πηγαίνω για ύπνο τα βράδια
για να βλέπω όνειρα αλαργινά και ξένα,
αυτά που σβήνουν την αυγή και χάνονται.
Μα… τα παιδάκια του κόσμου…
Ακόμα λαχταρούν για μια Αγάπη απέραντη!
Copyright © Πόλυ Μίλτου