Σήκωσα τα χέρια στον Θεό.
Ραγισμένη η καρδιά σε χιλιοκόμματα.
Θα πέσει. Θα χτυπήσει. Θα πονέσει.
Θραύσματα ανεμίζουν στα βουνά.
Η ψυχή μου τραγουδάει μοιρολόι.
Κοίτα, φίλε.
Κάποτε, αγκάλιασα τους πόνους σου.
Κάποτε στύλωσα τη ζήση σου.
Κάποτε, έκρυψα για σένα τα άγχη μου.
Κάποτε, ξέχασα τις βιασύνες μου.
Κάποτε, έγινα εσύ, και έκλαψα μαζί σου.
Τώρα, στα απόνερα της θλίψης μου,
βλέπω να υψώνεται τείχος η πλάτη σου.
Δυο λόγια "συμπάθειας" αρκούν.
Και ύστερα... είσαι πάντα εσύ.
Κλαις και γελάς μόνο για σένα.
Γύρισα, έφυγα, έσβησε η μέρα.
Πίσω μου αφήνω ανεμελιά ηρεμίας
και άδειες καρδιές.
Τραγουδούν τη χαρά οι σκιές της φιλίας.
Στο σκοτάδι της νύχτας έκλαψα κι άλλο.
Αλήθεια... Ποιος νοιαζόταν;
Τα αστέρια έβρεξαν δάκρυ θολό.
Θεέ μου! Ο πόνος!
Copyright © Πόλυ Μίλτου
* Η φωτογραφία είναι από το ίντερνετ