Βαδίζεις μπροστά, στη σειρά με τους άλλους.
Δε στρίβεις το βλέμμα να δεις τι είναι πίσω,
δε θυμάσαι γυναίκα, κόρη, μάνα, και γιο.
Θα γυρίσεις; Δεν ξέρεις!
Μα εσύ προχωράς με το φως της ψυχής σου.
Και τα πόδια λυγίζουν, μέρες έχεις να φας,
αχ, και φτάνει χειμώνας βαρύς.
Το λευκό του το σάβανο, θα είναι ίσως αυτό
που θα δώσει τιμή στο νεκρό σου το σώμα,
αν αφήσεις την πνοή σου εκεί, στα βουνά.
Πού πας, στρατιώτη;
Ο παιάνας της μάχης, σου ανάβει το αίμα,
σε αγγίζει βαθιά και βγάζεις φτερά,
"ΑΕΡΑ" , φωνάζεις με όλη τη δύναμη
και φεύγεις βολίδα, τον εχθρό να χτυπήσεις!
Μα μέσα απ' τ' αμπέχονο μια εικονίτσα τις νύχτες
σου θυμίζει της μάνας την αστείρευτη αγάπη,
σου θυμίζει ιστορίες παλιές, ξεχασμένες,
"ή ταν ή επί τας" σου σφυρίζει ο βοριάς.
Πού πας στρατιώτη;
Έχεις χάσει το χέρι σου,
πολεμάς με το ένα και μπορείς και νικάς,
αλλά πρέπει απάντηση να μου δώσεις,
"ΓΙΑΤΙ;"
Τι σε κάνει να στέκεσαι, όταν άλλοι ήδη λύγισαν;
Τι σου δίνει τη δύναμη;
Τι σε κάνει λιοντάρι;
"Η Πατρίδα!", ουρλιάζεις μες την άγρια μπόρα,
τα βουνά και το χώμα της και η θάλασσα αφρός,
ο ζεστός της ο ήλιος κι η βροχούλα της Άνοιξης,
η γλυκιά η Ελλάδα, η Σημαία η πιο όμορφη.
Τα παιδιά, η γυναίκα μου και τα αδέρφια κι η μάνα
και ο έρημος πάππος κι η γιαγιά η καλή.
Είναι η χώρα μου αυτή!
Στρατιώτη, λαβώθηκες, οι ενθύμησες σβήνουν,
δε θα ήταν καλύτερα να ήσουν σπίτι σου τώρα;
Είμαι σπίτι μου πάντα, στις καρδιές των Ελλήνων
και το χώμα που πάτησες έχει πιει απ' το αίμα μου!
Την Πατρίδα μου παίρνω στην καρδιά μου για πάντα!
Κι ας μην είμαι μαζί σας με το σώμα,
δε νιώθεις;
Η θυσία, η αγάπη μου κι η πνοή μου
είναι ΕΔΩ!
ΣΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ!
Π. Μίλτου
(Στην οικογένειά μου, είχαμε ήρωες,
παλικάρια πάνω στην πρώτη τους νιότη.
Αφιερωμένο σε αυτούς κι ας γνωρίζω μόνο τα ονόματα.
Η θυσία έγινε για την Πατρίδα! Για όλους μας!)