ανθρώπους που φορούσανε γραβάτα…
Τα ρούχα τους είναι πολυτιμότερα από σένα.
Έκανες λάθος που στις πόρτες
των σαλονιών των πλούσιων προσήλθες.
Κλειστές οι πόρτες τους, κλειστές και οι καρδιές τους
το ντύσιμό σου τους προσβάλλει, το φτωχό.
Έκανες λάθος, μορφωμένους που πλησίασες.
Είπες, πολιτισμό κι ευγένεια μες στην ψυχή τους θα ’βρεις.
Μα αυτοί αγάπησαν τη ζήλια και το φθόνο
κι εσένα θα σε φάνε ύπουλα τα λόγια τους τα δόλια.
Έκανες λάθος και κατέφυγες
σε μερικούς με ράσα και άμφια σπουδαία.
Θε να σου ψάλλουν για την πίστη και μετάνοια
και θα σε αφήσουν να πεθάνεις στην απόγνωση
αφού καταστραφείς και γλύψεις τα πατώματα για έλεος
και αφού σε δουν
να λιώνεις και να ταπεινώνεσαι στα πόδια τους.
-Του Σαμαρείτη του καλού,
αν θα διαβάσεις την παραβολή, θα καταλάβεις!-
Θέλεις να πάρεις καλοσύνη και συγγνώμη, φίλε μου,
βοήθεια στη φτώχια και στη θλίψη σου;
Να καταφύγεις σ’ όσους κλαίνε γοερά από το πένθος το βαρύ
και σ’ όσους ψάχνουν στα σκουπίδια για τροφή.
Αυτοί, άνθρωπέ μου πονεμένε,
θα σε βάλουνε στο αχούρι τους,
θα σε φιλέψουνε ξερό ψωμί κι ένα νερό, αν έχουν…
Μα, σίγουρα, η καρδιά τους είναι ανοιχτή συνέχεια
για όλα τα άγνωστα αδέρφια του ουρανού τα αναγκεμένα.
Οι άλλοι… οι «Μεγάλοι» και περήφανοι για την αξία τους,
θα εξακολουθούν να ψιθυρίζουν για τη φτώχια τους
και πως δεν έχουν!
Και… μήπως έχουν δίκαιο;
Η τσέπη τους γεμάτη με λεφτά…
Μα η σκέψη και η ψυχή τους… άδειες τράπεζες Αγάπης.
Π. Μίλτου