Δυο άυλα χέρια,
τύλιξαν την ψυχή μου με ένα σώμα.
Μου έβαλαν μια κίνηση στα πόδια
κι ένα φόρεμα στους ώμους.
Και έπειτα με έσπρωξαν βίαια!
«Προχώρα στο φως», η εντολή!
Η φωνή που μου μίλησε ήταν κοφτή,
εσωτερικά,
στην καρδιά μου ακούστηκε.
Μια πόρτα περήφανη έστεκε μπρος μου.
Μαζί μου χιλιάδες ζωές περπατούσαν.
Κοντά μου πετούσαν και άλλες υπάρξεις.
Μπροστά μου η πύλη ανοιχτή!
Ο ήλιος ήταν εκεί,
να οριοθετεί την αυγή!
Απόμεινα μόνη στο στενό το δρομάκι.
Απόκαμα πια!
Ζωντανή δε θα φτάσω στο τέρμα.
Το φως, η αυγή, η πορεία, όλα φεύγουν
κι εμένα λυγίζουν τα γόνατα!
Είναι ο δρόμος μακρύς!
Κι ακόμα βαδίζω σε πικρό μονοπάτι.
Δε φτάνει η θέληση!
Χρειάζομαι δύναμη!
Παγωνιά… ακινησία… απουσία…
Δυο χέρια να με σηκώσουν.
Πού είναι;
Μια κραυγή αγωνίας ηχεί τρομερή!
Με άφησες!
Ψάχνω τα χέρια σου!
Να πιαστώ για να υπάρξω!
Δε θα φτάσω ποτέ;
Copyright © Πόλυ Μίλτου