Δεν ήθελα να γεννηθώ σε έναν γκρεμισμένο κόσμο ούτε να έχω γύρω μου ασπρόμαυρο τοπίο. Ακόμα και φίλοι, που κρατούσαν το χέρι μου να μη φοβάμαι πρώτα, με άφησαν να τρέξουν σε άλλες αλάνες.
Δεν ήθελα να περπατώ με γυμνά πόδια ούτε να με χτυπάνε τα σκαρπίνια.
Τα έφτιαξε για μένα χέρι ροζιασμένο, που έφυγε νωρίς από κοντά μου.
Δεν ήθελα να είναι οι αυλόπορτες σμπαραλιασμένες και ξεχαρβαλωμένα τα παντζούρια. Πίσω από κλειστές κουρτίνες, μία θλίψη, δάκρυα και απόγνωση.
Έρημη γη. Άνθρωποι πού; Όσοι μου φανερώθηκαν στο βήμα μου, ήσαν με μάσκες. Η αλήθεια τους κρυβόταν σε ψυχρά χαμόγελα και γλυκόλογα μπαγιατισμένα από την πολλή τη χρήση.
Δεν ήθελα να είναι έτσι παγωνιά και διαρκής χειμώνας. Όλο βροχή και λάσπες και αστραπές να καίνε νεαρά βλαστάρια με ηδονή.
Αχ, Θεέ μου, κρύφτηκες στα σύννεφα τα μολυβιά, από πίσω. Δεν αποφάσισες για λίγο να φανείς!
Προσπάθησα να φέρω το χαμόγελο το αληθινό, προσπάθησα να φέρω και λουλούδια για να σκορπίσω χρώματα στον πίνακά μου.
Όλα μαραίνονται πριν να τα βάλω στις βραγιές μου και ένα μαύρο χέρι του κακού, μου αποσβήνει κάθε πινελιά χαράς.
Αχ, Θεέ μου! Ξεκινώ και αυτή τη μέρα και πάλι θα ποτίσω τις γλαστρούλες μου. Έχω φυτέψει ήλιους και δακρύζω για να τους δώσω τη δροσιά και μια ψυχή!
Αχ, Θεέ μου! Ακόμα κρύβεσαι;
Ξεκίνησε η βδομάδα μου! Ξεκίνησε μια νέα αρχή, σου λέω, με ακούς;…
Μην καταστρέψεις πάλι τις ελπίδες μου, είναι οι τελευταίες, είναι αρχή και πάλι της αρχής…
Απόκαμα και δεν μπορώ να συνεφέρω ούτε σαρκίο ούτε ψυχή… ούτε χαμόγελα… Πόσες αρχές ακόμα να αρχίσω; Βγες και άστραψε τον ήλιο σου να έρθει η γαλήνη… Εσύ μπορείς! Εσύ είσαι ο Ήλιος της ζωής!
Copyright © Πόλυ Μίλτου
(Λυγίζω, εσύ;… Γραμμένο με πόνο για όσους λυγίζουν για πολλούς λόγους. Επειδή, όσο κι αν το επιθυμούμε, δεν είναι όλα ρόδινα για όλους. Καλή αρχή και πάλι, αδερφέ μου…)