Τον ουρανό μου πρόσφερα, μου γύρισαν τη λάσπη.
Το φως μου το γέμισαν με ομίχλη οι "φίλοι".
Στο γέλιο μου μ’ έκαναν να κλάψω πικρά.
Έδωσα αλήθεια και μ’ έπνιξαν στο ψέμα.
Έδωσα την καρδιά μου και μου τη λόγχευσαν.
Τη σιωπή μου συκοφάντησαν
και γκρέμισαν κάθε μου όνειρο.
Ειρήνη τους έφερα, έως θανάτου με πλήγωσαν.
Στην αγάπη μου απάντησαν με μίσος βαρύ…
Ω, ναι, πονάω!
Και κλαίω!
Λυγίζω!
Να σβήσω θέλω!
Να πάψω να νιώθω!
Η ψυχή μου φωνάζει «γιατί»!
Στη θλίψη, στο άδικο, στο άπονο!
Μα, όχι, αποφάσισα,
θα φύγω από δω!
Δε μ’ εκφράζει εμένα ο τόπος του φθόνου.
Εγώ την εκδίκηση… τη βλέπω αλλιώς!
Φτερά θα βγάλω στους ώμους, να πετάξω στα αστέρια.
Με τον άνεμο ούριο, με τα σύννεφα φίλους.
Θα αγγίξω Θεό και θα βρέξω ευλογίες.
Για τους φίλους μου πρώτα, για αυτούς που αγαπώ!
Και μετά, το περίσσευμα, στους εχθρούς μου θα πέσει!
Στη δική τους αγριότητα, την παιδική μου ψυχή,
στην κακία, το έλεος, απαλότητα αθώα,
σε απειλές και τη βία, ένα φράγμα φιλίας,
στην ντροπή, αξιοπρέπεια,
στο φαρμάκι, το φάρμακο, μια ζεστή αγκαλιά.
Ειρωνεία, απαξίωση; Το αθώο μου βλέμμα.
Αν χρειαστεί για το άνομο, θα ζητήσω το λόγο.
Στο σκοτάδι, τον ήλιο θα φέρω.
Στο θυμό, μια συγγνώμη μεγάλη θα πω.
Και πιο πάνω από όλα,
της αγάπης σημαία θα ανοίξω,
να σκεπάσει το μίσος, το φθόνο, τη ζήλια.
Η δική μου η εκδίκηση, φίλοι,…
είναι πάντα αλλιώς!
Π. Μίλτου