Πέρασα πάλι απ' το γνωστό μου στέκι.
Ήξερα τι θα συναντήσω,
μα πάλι φρίκη με τύλιξε.
Η αγωνία, οι κραυγές της ψυχής,
οι φωτιές της κόλασης,
το κακό που με περίμενε τα βράδια να γυρίσω.
Τα σπασμένα τζάμια, απολιθωμένα σημάδια,
διαπιστευτήρια της φυγής!
Μια φυλακή όπου αργοκινιούνταν η συνείδηση.
Ένα πεπρωμένο σε λήθαργο από τη θλίψη.
Έφυγα.
Έκανα θόρυβο τότε.
Τα γκρέμισα όλα.
Ποδοπάτησα τις ενοχές των ξένων ψιθυρισμών.
Κατέστρεψα τα κάγκελα της βίας σε μια μέρα.
Σμπαράλιασα και σύντριψα θύρες και παραθύρια.
Άνοιξα διάπλατα με λοστούς κάθε ρωγμή.
Εκεί που κρύβονταν τα πάθη.
Έτρεξα μακριά.
Μόνες αποσκευές κάτι παράλυτα όνειρα.
Κάτι ελπίδες ειρωνικές.
Λυγισμένα γόνατα, φαγωμένες μνήμες αγάπης.
Αδυναμία επιτυχίας.
Το ήξερα.
Δικό μου πεπρωμένο το τίποτα.
Ξαναγύρισα απόψε,
το κάνω κάθε χρονιά.
Σαν επέτειο.
Θέλω να βεβαιωθώ...
Σίγουρα πήρα μαζί μου... εμένα;
Ή με άφησα λάφυρο στους εχθρούς;
Ανάβω κερί στη μνήμη κάθε χαμένης χαράς!
Το χτες και το σήμερα;
Πόνος!
Ανασαίνω ακόμα για το αύριο.
Κουρέλια ενσυναίσθησης με συντροφεύουν.
"Πού πάμε;", ρωτούν λυπημένα.
Δεν ξέρω.
Αρκεί που βαδίζω ακόμα!
Στα χέρια μου πάντα ένα κερί.
Για μια μνήμη...
Copyright © Πόλυ Μίλτου