Ήρθα, φίλη ψυχή,
ήρθα και μπήκα στο σπίτι ελεύθερα,
όχι σαν ξένος,
όχι!
Ήρθα, αγαπημένη μου,
να σε αγκαλιάσω σφιχτά.
Επιθύμησα να δω το πρόσωπό σου,
αυτό που ρυτίδιασε από το χρόνο και τα βάσανα.
Όλος πόθο άγγιξα το σώμα σου το λυγισμένο,
από τους καιρούς και τις θλίψεις.
Μα ήταν, που η όψη σου έλαμπε παράξενα.
Ήταν, που τα χείλη σου τα μαραμένα,
ψιθύριζαν συνέχεια το όνομά μου.
Θέλησα να συναντήσω το βλέμμα σου το λαμπερό.
Μέσα εκεί,
έχεις κρύψει για μένα, το ξέρω,
έναν ήλιο μιας αγάπης ατέλειωτης!
Μα… σε βρήκα να κοιμάσαι βαθιά…
Και, κλειδωμένη η ψυχή σου απ’ τον φόβο του εχθρού,
με απώθησε πέρα.
Βίαια!
…………………
Βρήκα το κλειδί της καρδιάς σου
κρεμασμένο έξω, στον κρίκο τον ψηλό.
Να μην το φτάνουν τα χέρια τα ξένα.
Να μην μπορεί όποιος ανόητος να το πάρει.
Είχε φύλακες εκεί!
Είχε φύλακες!
Περιστέρια πανέμορφα με διάφορα χρώματα
φτεροκοπούσαν τριγύρω
και έδιωχναν κάθε ριπή του αντίθετου άνεμου.
Έφερναν πάνω τους μια σφραγίδα φοβερή.
Ένα όνομα!
Μόνο ο Αγαπητός έχει το θάρρος μαζί τους.
Εγώ!
Εγώ είμαι ο Μόνος κι ο Ένας,
Με το όνομα το ένα, το ανερμήνευτο και ανεκλάλητο.
Να απαιτήσω έχω δικαίωμα αναφαίρετο,
ολάνοιχτες διάπλατα να βρίσκω τις πύλες,
για να εισέρχομαι με τιμή και δόξα.
Μα δε θέλησα να το κάνω!
Δεν ήταν η ώρα η κατάλληλη…
Όχι!
Όχι ακόμα!
Έπρεπε να ξυπνήσεις το πρωί, ακριβή μου,
ελεύθερη πάλι,
μέσα στη μοναξιά και τη σιωπή,
να βγεις στους δρόμους να παλέψεις με θεριά,
να μαζέψεις περισσότερο χιόνι και πάγους
και ανέμους άγριους της θύελλας,
να δεχτείς πληγές και απόρριψη,
να στολιστεί το στήθος σου το αγνό
με αγάπης λουλούδια ματωμένα από καρφιά,
να γυρίσεις το βράδυ ξανά στη μικρή σου φωλιά,
γεμάτη αρώματα του πελάγους του κόσμου,
πλημμυρισμένη από συναισθήματα καυτά,
αποκαμωμένη από τα χτυπήματα και την ανάβαση,
σκεπασμένη με πλήθος χαμένες ελπίδες,
μαγεμένη από τη δική μου σκέψη…
Να λαχταρίσεις και πάλι Εμένα!
Εμένα και μόνο! Πρέπει!
Εμένα!
Ξέρω, ψυχή μου, την κάθε σου κίνηση…
Βλέπω τα ξεριζώματα που σε ξεσκίζουν με πάθος.
Ακούω τη μανία του ανατολικού, που βρυχάται.
Νιώθω σε, που αναζητάς τη γαλήνη…
………………
Μα το κλειδί το φύσηξα με δύναμη.
Να παγώσει! Εκεί!
Εκεί!
Κρεμασμένο στον κρίκο του τον άφταστο.
Μετέωρο στο χρόνο τον αιώνιο.
Να περιμένει… ώσπου…
Όταν αποφασίσεις να με φωνάξεις ξανά,
φρόντισε να έχεις ανοιχτή την πόρτα σου.
Από μόνη σου!
Δεν παραβιάζω ποτέ!
Είμαι ελεύθερος!
Είσαι ελεύθερη!
Είσαι αγαπημένη!
Διαλεγμένη με κλήρο ανεκτίμητο.
Εσύ! Η Μία!
Η Ωραία!
Για μένα!...
Μόνο για μένα!...
Μόνο Εσύ! Μόνο Εγώ!
Για μένα!
Για μας!
Για τον Ένα και μόνο!
Για το Όνομα!
Το αρχαίο Όνομα, το Μεγάλο!
……………………………
Σε προστατεύει η σφραγίδα μου η επίσημη.
Σε φυλάνε τα περιστέρια μου τα γενναία.
Σε κρύβουν τα σύννεφα απ’ την ντροπή των ξένων.
Σε κυκλώνουν ευχές και τραγούδια πρωτάκουστα.
Σε μυρώνουν με αρώματα οι κοπέλες οι άκακες.
Σε στολίζουν με αόρατα κάλλη.
Σου υφαίνουν τη στολή την ολόλευκη
με κλωστή απαστράπτουσα και με σχέδια αφόρετα,
οι υφάντρες, που κανείς δεν τις βλέπει!
Ετοιμάζεται κάτι μεγάλο!
Ετοιμάζεται η γη και ο ουρανός!
Όλα λικνίζονται στο κύμα της προσμονής.
Όλα αναμένουν το τύμπανο.
Να χτυπήσει βουερά! Δυνατά! Ασυγκράτητα!
Να διαλαλήσει παντού τη χαρά μας!
Κι εγώ…
Τριγυρίζω ανυπόμονα γύρω από σένα,
αναζητώντας σε!
Όταν το κλειδί ξεπαγώσει,
θα είναι η ώρα του γάμου του υπέρλαμπρου!
Τότε, αγάπη μου, θα έρθω!
Όταν το κλειδί… ξεπαγώσει!
Π. Μίλτου
(Η συνέχεια αυτή, προς το τέλος, δόθηκε μόνο εξαιτίας της παράκλησης μιας ακριβής μου φίλης... Ίσως βάλω μετά από μέρες άλλο ένα κομματάκι.... και...το υπόλοιπο της ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΜΟΥ ΤΡΙΛΟΓΙΑΣ, θα διαβαστεί μόνο αν καταφέρω να το εκδώσω σε βιβλίο... Εξηγώ για όλους, πως η ποιητική τριλογία είναι αλληγορική και αναφέρεται στην εσωτερική κατάσταση της ψυχής, αναλόγως με το χρόνο, τις περιστάσεις, τα λάθη, τα πάθη, τη χαρά και τις λύπες, τους αγώνες και τις αγωνίες, τις επιθυμίες, τα όνειρα... κλπ.
Επίσης, για όσους έχουν περισσότερες απορίες, ειδικά αυτό το κομμάτι είναι εμπνευσμένο αρκετά από το περίφημο "Άσμα Ασμάτων")