ΕΛΑ… ΕΣΥ!... (Αλληγορικό)
Απόμεινα να κοιτώ τη γη με παράπονο.
Να κοιτώ τη γη.
Τη γη!
Απεχθάνομαι το χώμα.
Μισώ τη λάσπη που φέρνει η βροχή.
Με απελπίζει η βροχή, σου λέω.
Μου θυμίζει δάκρυα.
Όχι καυτά.
Όχι αγάπης.
Παγωμένα δάκρυα του πόνου.
Απόμεινα να κοιτώ το χορτάρι το κρύο.
Είναι τόσο δα μικρό.
Τόσο!
Δεν αγαπώ τα άχυρα.
Όταν τυλίγονται οι αφάνες στα πόδια μου,
ανατριχιάζω.
Αυτό το αγκάλιασμα το άγριο της ερημιάς.
Ένα δάσος απέραντο.
Επικίνδυνο.
Απάτητο.
Η ζωή μου, Θεέ μου!
Μόνο φίδια σέρνονται στα μονοπάτια του
και τέρατα ανημέρωτα με δαγκώνουν αλύπητα.
Σε κάθε μου βήμα ο τρόμος!
Αναπαμός… πουθενά.
Βρήκα ένα τριαντάφυλλο πεταμένο κάτω.
Κάποιος το έριξε με σιχασιά στο έδαφος.
Ήταν μαραμένο, βλέπεις.
Μαραμένο.
Θλιβερό.
Όπως η μοίρα μου.
Ήρθα να σου πω τον πόνο μου, τάφε.
Δεν είναι εδώ η μάνα μου.
Δεν είναι εδώ ο πατέρας μου.
Όχι!
Εδώ, την πλάκα, μου την έβαλαν άλλοι.
Μου έφτιαξαν ένα σπίτι, είπαν.
Όσο ζω να το νιώθω.
Εδώ με θέλει ο κόσμος ο δικός μου.
Εδώ.
Στο χώμα.
Ντύθηκα λευκά.
Ντύθηκα μαύρα.
Ντύθηκα όλα τα χρώματα.
Της σιωπής το αέρινο πέπλο θα βάλω.
Θα αγγίξω την πέτρα.
Το τριαντάφυλλο, όμως, δεν είναι για εδώ.
Όχι!
Αυτό το βρήκα στη γη.
Δεν μου το έδωσαν.
Δε φύτρωσε.
Δεν το έκοψα.
Πέθαινε και το πήρα μαζί μου.
Μια νύφη,
πρέπει πάντα να έχει ένα λουλούδι.
Μια νύφη.
Λευκά θα φορέσω και πάλι.
Όταν έρθει η χαρά.
Όταν!
Τρέχα, Εσύ, τρέχα!
Τρέχα, Εσύ, που περιμένω.
Εσύ!
Εσύ, που δε μου δίνεις για σπίτι μια πέτρα.
Εσύ, που δεν κοιτάζεις στο χώμα.
Εσύ, που πεθαίνεις το θάνατο.
Εσύ, που θα φιλήσεις τον ανθό
και το ρόδο θα ευωδιάσει λιβάνι.
Εσύ, που θα φέρεις ζωή στην ελπίδα μου.
Έλα! Εσύ! Περιμένω! Κι έχεις αργήσει…
Έλα!
Π. Μίλτου (Συνεχίζεται…)