Ο ΔΡΟΜΟΣ… (Αλληγορικό)
Προχώρα, μου είπαν.
Προχώρα!
Μου φώναζαν σε κάθε στάση,
σε κάθε μια φορά που ήθελα ανάπαυση,
Προχώρα!
Ό, τι κι αν νιώθεις, όσο και να πονάς,
και αν αγκαθιές σε αγκύλωσαν, εσύ,
Προχώρα!
Το άκουσεν η φύση και εγέλασεν οικτρά.
Διέταξε τα σύννεφα να βρέξουν όσο- όσο.
Πλημμύρισε η ιστορία μου με ποταμούς που πνίγουν
τα όνειρα, τις πεθυμιές και τα πιστεύω.
Προχώρα,
αντηχήσαν τα βουνά!
Κατέβηκε ο χιονιάς, μέχρι τους πρόποδες,
όλα παγώσαν και τυλίχτηκαν στον άχρωμο χιτώνα.
Εγώ, στη γη, να με σκεπάζει η ανυπαρξία.
Σήκω, προχώρα!
Τιτίβισε ένα πουλί ξεπαγιασμένο
και απέθανε εκεί!
Έκανα μία κίνηση,
τα πόδια μαθημένα στον αγώνα,
σηκώθηκαν μονάχα και στηλώθηκαν.
Κατάπια ένα στεναγμό, πήρα το πείσμα μου παρέα.
Ένα δυο βήματα κι ο δρόμος ξάνοιξε στο διάσελο.
Πίσω ο χιονιάς και ο βοριάς και οι κεραυνοί.
Πίσω και τα βουνά και τα χωράφια…
Πίσω και οι πόλεις και το κάθε χωριουδάκι.
Πίσω οι ανθρώποι απ’ τα παλιά, παλιές πληγές.
Κι εγώ προχώραγα στα πεντανέμια όρθια
Με τα μαλλιά λυτά και το κορμί λαμπάδα,
με δίχως να θωρώ την Άνοιξη που ήρθε.
Δίχως να αισθάνομαι τη διαφορά από την αλλαγή.
Μόνο μπροστά κοιτούσα.
Μπροστά!
Ψηλά!
Το βλέμμα μπρος!
Σαν περπατούσα, γέμισεν ο ουρανός φιγούρες.
Με αγωνία με κοιτούσαν, μη λυγίσω.
Με αγωνία!
Με ανάσα βαριά…
Με σιωπή εκκωφαντική του νου τους.
Προχώρα!
Κι ακόμα προχωρώ!
Είναι μακρύς ο δρόμος…
Το τέρμα του κρυφό και άγνωστο…
Όταν θα έρθει το τέρμα, εγώ... θα υπάρχω;
Ο δρόμος!
Τόσο αξίζει…
Ο δρόμος…
Ο δρόμος μετράει, όχι τα βήματα.
Όχι ο άνθρωπος!
Ο δρόμος!...
Προχώρα, ρε!...
Π. Μίλτου
(Συνεχίζεται)