Είδε από πάνω της την Ελπίδα με τα νυχτικά, που προσπαθούσε να τη συνεφέρει, κατάλαβε πως ήταν ιδρωμένη ως το κόκαλο. Κρύωνε! Αύγουστος μήνας και έκανε ακόμα τρομερή ζέστη, μα αυτή κρύωνε!...
_ …. , είσαι καλά;…
_ Η γυναίκα,… αυτή που… ήθελε να με σκοτώσει…
_ Έβλεπες εφιάλτη, καλή μου! Θέλεις ένα ποτήρι νερό, να συνέλθεις; της είπε η άλλη με προσποιητή γλύκα.
Όχι, δεν ήθελε νερό. Κοίταξε την Ελπίδα παράξενα, δεν πίστευε πια στην καλοσύνη της. Αισθανόταν εγκλωβισμένη στην ψεύτικη καλοσύνη των ανθρώπων και ήθελε να ξεφύγει. Είχε δει πώς την κοιτούσαν όλο το μεσημέρι, δεν πίστευε ότι αυτοί οι άνθρωποι ήσαν φίλοι της. Απλά την ανέχονταν για χάρη της υπόσχεσης που είχαν δώσει στην κυρία... Έτσι κάπως την ανέχονταν τότε και στο οικοτροφείο, με χαμόγελα συγκατάβασης…
Σηκώθηκε και ζήτησε συγγνώμη γιατί ήταν ιδρωμένη και έπρεπε να αλλάξει, ζήτησε συγγνώμη και για την αναστάτωση. Ήξερε πως ούτε κι εκείνοι την πίστευαν. Πάλι αυτή η συγκατάβαση στο βλέμμα της άλλης…
Η … ένιωσε πως δεν υπήρχε πιο μεγάλη υποκρισία όταν δεν αγαπάς, να κάνεις πως αγαπάς. Δεν υπήρχε πιο μεγάλη ψευτιά να δέχεσαι τον άλλον με χαμόγελα, ενώ μέσα σου τον έχεις ήδη καταδικάσει και κατατάξει πολύ χαμηλά. Κι αυτά όλα οι άνθρωποι τα βάφτιζαν «αγάπη» και «ενδιαφέρον»! Και είχαν την ψευδαίσθηση ότι τα κατάφερναν καλά. Απλά έπρεπε κι ο άλλος να είναι έξυπνος και λογικός, ώστε να δέχεται αδιαμαρτύρητα την ψευτιά τους, το κομμάτι το κόκαλο που του έριχναν, αντί για το ψαχνό…. Να μην ψάχνει την αλήθεια! Όποιος δε δεχόταν αυτή τη νοθεία, αντί του πραγματικού, απλά χαρακτηριζόταν… ιδιότροπος και άμυαλος!...
Ήταν καλοκαίρι, τέλη Αυγούστου, είχε ένα μικρό καύσωνα, δεν κυκλοφορούσε ψυχή εκείνη την ώρα – τέσσερις και τέταρτο – έξω. Η …… άλλαξε ρούχα και στέγνωσε από τον ιδρώτα. Όμως ακόμα κρύωνε! Οι άλλοι «έβραζαν», αυτή κρύωνε! Δεν ήταν από τον καιρό, το σώμα της είχε και πάλι αρχίσει να ιδρώνει από την αφόρητη ζέστη. Η …. κρύωνε για λίγη στοργή, λίγη κατανόηση, πραγματικό ενδιαφέρον, ειλικρίνεια, αγάπη!... Άθελά της η σκέψη της ξέφυγε, την πρόδωσε, καρφώθηκε πάλι στην εικόνα του γιατρού …, τα μάτια του και ο τρόπος που της είχε φερθεί, είχαν όλα όσα επιθυμούσε η ψυχή της. Και τότε μαράθηκε τελείως!...
_ …, εφιάλτης ήταν, ηρέμησε, ξανακοιμήσου, προσπάθησε να της ξαναπεί η Ελπίδα.
Η … απάντησε ένα «ευχαριστώ», ξάπλωσε στο κρεβάτι και σκεπάστηκε με το σεντόνι, παριστάνοντας τη νυσταγμένη. Το κορμί της έκαιγε από τη ζέστη και η ψυχή της πάγωνε! Της φαινόταν πως δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει πιο δυστυχισμένη στη ζωή της! Και λυπήθηκε πραγματικά που εκείνη η παράξενη γυναίκα δεν είχε καταφέρει να τη σκοτώσει!...»
(Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από το 5ο βιβλίο της σειράς «Λίνα»)
Η βία… έχει πολλά πρόσωπα. Αυτή η μορφή της, που καταφέρνει και κρύβεται πίσω από γλυκά χαμόγελα και ψεύτικη συγκατάβαση και τάχα αγάπη, είναι η χειρότερη. Βγάζει τρελό το θύμα, κηρύττει αθώο τον θύτη, που συνήθως ανήκει σε… ευυπόληπτα άτομα και δεν διώκεται και από κανέναν νόμο.
Επειδή τον τελευταίο καιρό απολαμβάνω καθημερινά μια τέτοια βία, έγραψα το παρακάτω έμμετρο:
ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΨΥΧΗ… (Από τη συλλογή Συναισθήματα)
Παγώνω σε κάθε σου βλέμμα,
ξέρω πως πίσω από την αθωότητα, υπάρχει σαρκασμός.
Παγώνω σε κάθε σου έκφραση,
γνωρίζω πως με περιφρονείς και με φθονείς κρυφά.
Παγώνω σε κάθε σου λόγο,
γλυκός κι απαλός, αλλά με αγκάθια δηλητηριώδη κρυμμένα.
Παγώνω σε κάθε πλησίασμα,
είναι για να ανακαλύψεις πού αλλού αιμορραγώ για να με γδάρεις.
Παγώνω σε κάθε σου ιδέα,
είμαι απόλυτα σίγουρη πως θέλεις να με «θάψεις» ζωντανή.
Δεν υπάρχει περίπτωση να με αγγίξεις βαθιά.
Δεν αφήνω τα φίδια να με δαγκώσουνε, ξέρεις.
Μα, δε μένω και αλώβητη απ’ την τόση κακία σου, «φίλε».
Η ψυχή μου παγώνει από όταν γεννήθηκα!
Κάθε φορά που θέλησα να ζεσταθώ, οι άνθρωποι,
ή μάλλον, του είδους σου οι υπ- άνθρωποι,
με ξαναγύριζαν στην κατάψυξη της βαρυχειμωνιάς μου!
Σας ευχαριστώ, βρε σεις, δίνετε και μαθήματα… ήθους!
Πρέπει να νιώθετε πολύ σπουδαίοι με τον εαυτό σας,
που καθημερινά κάνετε δυστυχισμένο, έστω κι έναν άνθρωπο!
Είστε… ελεύθεροι θύτες, σε έναν άψυχο κόσμο!
Όταν τον αποτελειώσετε,
σας ταιριάζει κι ένα «βραβείο» καλοσύνης, έτσι, για ικανοποίηση!
Π. Μίλτου