(Όταν η ψυχή πέφτει σε απόγνωση)
Στην παγωμένη, την υγρή, τη μαύρη τη σπηλιά,
εκεί, μες στα σκοτάδια της βρήκα ένα καταφύγιο.
Έρημη, κυνηγημένη από όλους.
Έξω βροντές και αστραπές, σαθρό το χώμα.
Η βροχή και το χιόνι γκρέμισαν όλα, όσα είχα.
Τίποτα όρθιο.
Το ποτάμι της απονιάς πήρε κι αυτά τα λίγα που απέμειναν.
Ο αέρας ουρλιάζει με λύσσα, ξερνάει απειλές.
Αλήτες, κλέφτες και ψεύτες κυκλοφορούν εκεί έξω.
Αλήτες!
Κλέφτες και ψεύτες!
Δολοφόνοι ονείρων!
Δολοφόνοι ψυχών!
Εδώ έχω για παρέα νυχτερίδες
και τα ζώα που λούφαξαν γύρω μου,
ώσπου να περάσει η μπόρα.
Σιωπή, απελπισία, απόγνωση.
Έχτισα πολλές φορές τα όνειρά μου.
Απόκαμα πια.
Θα μείνω εδώ, στο σκοτάδι για πάντα!
Να μη με βρίσκει κανείς, ούτε οι φίλοι.
Να μη με βρίσκουν!
Θέλουν να με τραβήξουν στο φως.
Οι κεραυνοί με φοβίζουν. Δε θέλω άλλη φωτιά στη ζωή μου.
Θέλουν να με σηκώσουν, όμως δεν έχω άλλη δύναμη.
Λυπήθηκα έως θανάτου.
Πέτρωσε το κορμί μου εκεί που στάθηκα.
Η ύπαρξή μου κούρασε τη γη.
Να σβήσει η ανάμνηση. Αυτό θέλω.
Όταν θα έρθει η αυγή, ίσως χαράξει η ελπίδα.
Θα είμαι ακόμα εδώ;
Κάποιοι, ελάχιστοι ψίθυροι, μια δυο καρδιές που αγαπούν,
μου δίνουν κουράγιο.
Θα περιμένω.
Κάποτε θα τελειώσει ο πόλεμος.
Ίσως αντέξω ως τότε!
Να δω κι εγώ ειρήνη και φως!
Π. Μίλτου
(Όταν μια ψυχή πέφτει σε απόγνωση, όλοι έχουμε ευθύνη.)